σολίνος

σολίνος
ή σολῑνον, τὸ, Α [σόλιον]
πιθ. είδος υποδήματος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Σολίνος Γάιος Ιούλιος — Λατίνος συγγραφέας, που έζησε τον 3o αι. μ.Χ. Σώζεται έργο του με τον τίτλο Συλλογή αξιομνημόνευτων, που είναι ουσιαστικά μια επιτομή της Φυσικής Ιστορίας του Πλίνιου …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”